ΔΙΑΤΡΟΦΗ
ΓΛΥΚΑΝΤΙΚΑ: Αθώα ή όχι;
Οι γλυκαντικές ύλες ή
γλυκαντικά (παλαιότερα γνωστά και ως υποκατάστατα ζάχαρης) είναι ορισμένα συστατικά με γλυκιά γεύση και λίγες ή μηδενικές θερμίδες. Αυτό συμβαίνει καθώς διαθέτουν τόσο έντονα γλυκιά γεύση που αρκεί μια απειροελάχιστη ποσότητα για να προσδώσει επαρκή γλυκύτητα στο τρόφιμο
(1). Χρησιμοποιούνται ως πρόσθετα στα διάφορα τρόφιμα με σκοπό τη μείωση του συνολικού τους φορτίου σε σάκχαρα, με αποτέλεσμα τη δυνατότητα χρήσης τους από τα άτομα µε σακχαρώδη διαβήτη ή άλλες ευπαθείς ομάδες. Σημειώστε ότι από τη στιγμή που τα γλυκαντικά δεν αποδίδουν θερμίδες, δεν επηρεάζουν και τα επίπεδα της γλυκόζης και ινσουλίνης στο αίμα.
Η ασπαρτάμη, το ακεσουλφαμικό-κάλιο, το κυκλαμικό οξύ, η σακχαρίνη, η σουκραλόζη, η στέβια είναι κάποια από τα πιο γνωστά γλυκαντικά που κυκλοφορούν στην αγορά και που χρησιμοποιούνται πολύ συχνά σε μεγάλη ποικιλία τροφίμων, ποτών ακόμη και φαρμάκων. Αναγράφονται καθαρά στις ετικέτες και τις συσκευασίες των προϊόντων στα οποία περιέχονται και μπορούν να χρησιμοποιηθούν μόνα ή σε συνδυασμό.
Ο σύγχρονος καθιστικός τρόπος ζωής αλλά και το αυξημένο ενδιαφέρον για τη διαχείριση του σωματικού βάρους καθιστούν τις ολιγοθερμιδικές γλυκαντικές ύλες όπλο στην προσπάθειά μας για ένας υγιές βάρος. Η αντικατάσταση της ζάχαρης με μια άλλη ουσία ισοδύναμης γλυκύτητας, αλλά
όχι ανάλογων θερμίδων, αυξάνει την ευχάριστη γεύση των τροφίμων που περιέχουν λίγες θερμίδες, βοηθώντας στην ελάττωση του συνολικού θερμιδικού περιεχομένου της δίαιτας, στην καλύτερη διαχείριση του σωματικού βάρους, αλλά και στην προστασία της στοματικής υγείας (οι ολιγοθερμιδικές γλυκαντικές ύλες δεν αποικοδομούνται και δε συμβάλλουν στην οδοντική τερηδόνα
(2). Επιπλέον, εφόσον οι ολιγοθερμιδικές γλυκαντικές ύλες δεν επηρεάζουν τα επίπεδα της ινσουλίνης, μπορούν να χρησιμοποιούνται για να προσθέτουν γλυκιά γεύση σε τρόφιμα και ποτά που προορίζονται για όσους πρέπει να παρακολουθούν αυστηρά την πρόσληψη υδατανθράκων, όπως είναι τα άτομα με προδιάθεση ή με διαγνωσμένο σακχαρώδη διαβήτη.
Ωστόσο, ήδη από την ανακάλυψή τους, η ασφάλεια των τεχνητών γλυκαντικών ήταν αμφιλεγόμενη. Οι απόψεις διίστανται με τα δεδομένα να εναλλάσσονται υποστηρίζοντας είτε ότι τα τεχνητά γλυκαντικά είναι ωφέλιμα για την υγεία είτε πολύ βλαβερά. Φαίνονται σαν μια πολύ καλή επιλογή για τη μείωση των προσλαμβανόμενων θερμίδων και υδατανθράκων, αλλά τελικά μήπως αυτό μας φαίνεται πάρα πολύ καλό για να είναι αληθινό; Ας δούμε μερικούς από τους ισχυρισμούς και τα επιστημονικά δεδομένα που σχετίζονται με τα τεχνητά γλυκαντικά.
Τεχνητά γλυκαντικά: Σακχαρώδης διαβήτης & Παχυσαρκία Υπάρχουν πολλές δημοσιευμένες μελέτες που υποστηρίζουν τη συσχέτιση τεχνητών γλυκαντικών υλών με την εμφάνιση σακχαρώδη διαβήτη και παχυσαρκίας. Μια μελέτη που δημοσιεύθηκε στο έγκριτο περιοδικό DiabetesCare το 2013 έδειξε πώς η σουκραλόζη προκαλεί αύξηση της απόκρισης γλυκόζης και ινσουλίνης. Για το δείγμα επιλέχθηκαν άτομα που ήταν παχύσαρκα και δεν κατανάλωναν τεχνητά γλυκαντικά και η μελέτη αυτή κατέληξε στο συμπέρασμα ότι η σουκραλόζη δημιουργεί μια φυσιολογική απόκριση που προκαλεί αύξηση του σακχάρου στο αίμα. Συγκεκριμένα, το δείγμα κατανάλωνε τη σουκραλόζη δέκα λεπτά πριν από φόρτιση γλυκόζης από το στόμα, ένω η ομάδα ελέγχου κατανάλωνε νερό αντί για ποτό με σουκραλόζη. Η ομάδα που κατανάλωνε το ποτό με τη σουκραλόζη έδειξε μεγαλύτερη αντίσταση στην ινσουλίνη (3). Μία άλλη μελέτη στο ίδιο περιοδικό έδειξε μια θετική σχέση μεταξύ των αναψυκτικών διαίτης και του μεταβολικού συνδρόμου, αναφέροντας ότι οι καθημερινοί καταναλωτές αναψυκτικών διαίτης είχαν αυξημένο κίνδυνο εμφάνισης σακχαρώδη διαβήτη τύπου 2 κατά 67% σε σύγκριση με τους μη καταναλωτές (4). Αυτό θα μπορούσε να σημαίνει ότι η γλυκιά γεύση του αναψυκτικού είτε κάνει το σώμα να απαιτεί περισσότερη ζάχαρη είτε ότι οι άνθρωποι που τα καταναλώνουν καταφεύγουν στην πρόσληψη περισσότερων θερμίδων, μια και τα αναψυκτικά αυτά είναι «διαίτης»- χωρίς θερμίδες. Επίσης, μελέτες σε ποντίκια έχουν δείξει ότι τα τεχνητά γλυκαντικά μεταβάλλουν τη μικροχλωρίδα του εντέρου και μπορούν να καταστήσουν τον οργανισμό πιο ευαίσθητο στην ανάπτυξη δυσανοχής στη γλυκόζη (5). Τέλος, μια νέα έρευνα από το Ιατρικό Κολλέγιο του Wisconsin και του Πανεπιστημίου Marquette εξέτασε ορισμένες βιολογικές επιδράσεις των γλυκαντικών σε αρουραίους και κυτταροκαλλιέργειες, στην προσπάθεια διερεύνησης μεταβολικών αλλαγών από τα τεχνητά γλυκαντικά. Η ερευνητική ομάδα εξέτασε επίσης την επίδραση των γλυκαντικών στην υγεία του ενδοθηλίου των αιμοφόρων αγγείων. Στους αρουραίους δόθηκαν τρόφιμα που είχαν υψηλή περιεκτικότητα είτε σε ζάχαρη (γλυκόζη ή φρουκτόζη) είτε σε τεχνητά γλυκαντικά (ασπαρτάμη ή ακετοσουλφανικό Κάλιο). Μετά από τρεις εβδομάδες παρατηρήθηκαν σημαντικές αρνητικές μεταβολές και στις δύο ομάδες αρουραίων, οι οποίες περιελάμβαναν τις συγκεντρώσεις βιοχημικών δεικτών, λιπιδίων και αμινοξέων σε δείγματα αίματος. Επίσης, διαπίστωσαν ότι ητο ακετοσουλφαμικό Κάλιο, ειδικότερα, συσσωρεύτηκε στο αίμα βλάπτοντας τα κύτταρα που διαχωρίζουν τα αιμοφόρα αγγεία. Οι συγγραφείς της μελέτης δηλώνουν ότι αυτές οι αλλαγές «συνδέονται με την παχυσαρκία και τον διαβήτη» και τα αποτελέσματα δείχνουν ότι τα γλυκαντικά αλλάζουν τον τρόπο με τον οποίο το σώμα επεξεργάζεται το λίπος σε κυτταρικό επίπεδο. Συμπερασματικά, αν και μέχρι στιγμής υπάρχουν ενδιαφέρουσες μελέτες, τίποτα δεν είναι τόσο οριστικό ώστε να ζητήσουμε την απαγόρευση χρήσης τεχνητών γλυκαντικών σε ποτά και τρόφιμα. Τα ευρήματα των διάφορων μελετών προστίθενται στην αυξανόμενη έρευνα που δείχνει ότι τα γλυκαντικά δεν αποτελούν εντελώς αθώες εναλλακτικές λύσεις της ζάχαρης. Διεθνείς Οργανισμοί όπως ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας, o JECFA (Οργανισμός Τροφίμων και Γεωργίας των Ηνωμένων Εθνών και του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας), ο FDA (Οργανισμός Τροφίμων και Φαρμάκων των ΗΠΑ), o FAO (Διεθνής Οργανισμός Τροφίμων και Γεωργίας), η EFSA, έχουν εξετάσει έως τώρα αυτές τις μελέτες και κατέληξαν στο συμπέρασμα ότι δεν υπάρχει καμία επιστημονική βάση η οποία θα συνηγορούσε υπέρ του να εξαιρεθούν οι ολιγοθερμιδικές γλυκαντικές ύλες από το ημερήσιο διαιτολόγιο. Τέλος, το πιο σημαντικό είναι να προσέχουμε τις διατροφικές μας επιλογές, δεδομένου ότι ένα τρόφιμο «χωρίς ζάχαρη» δεν αποτελεί απαραίτητα ένα διαιτητικό προϊόν, αφού μπορεί να έχει ταυτόχρονα υψηλή περιεκτικότητα λίπους ή θερμίδων. Οι ισχυρισμοί στις ετικέτες των τροφίμων που αφορούν στην περιεκτικότητα της ζάχαρης («χωρίς προσθήκη ζάχαρης», «χωρίς ζάχαρη», «με λιγότερη ζάχαρη») μπορεί να προκαλέσουν σύγχυση. Αν και στα τρόφιμα αυτά μπορεί είτε η ποσότητα της ζάχαρης που περιέχεται να είναι χαμηλότερη από το κλασικό τρόφιμο είτε να μην έχει προστεθεί επιπλέον ζάχαρη, τα άτομα με διαβήτη πρέπει να θυμούνται ότι η ζάχαρη αποτελεί μόνο μια μορφή υδατάνθρακα και ότι κάποια από αυτά τα τρόφιμα μπορεί να περιέχουν άλλες μορφές υδατανθράκων όπως: άμυλο, φρουκτόζη κ.ά. Η πιο απλή συμβουλή είναι και η καλύτερη: τα πάντα, όπως και τα τεχνητά γλυκαντικά, πρέπει να καταναλώνονται με μέτρο. ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ 1. American Dietetic A. Position of the American Dietetic Association: use of nutritive and nonnutritive sweeteners. Journal of the American Dietetic Association. 2004;104(2):255-75. 2. Grenby TH. Update on low-calorie sweeteners to benefit dental health. International dental journal. 1991;41(4):217-24. 3. Pepino MY, Tiemann CD, Patterson BW, Wice BM, Klein S. Sucralose Affects Glycemic and Hormonal Responses to an Oral Glucose Load. Diabetes care. 2013;36(9):2530-5. 4. Nettleton JA, Lutsey PL, Wang Y, Lima JA, Michos ED, Jacobs DR, Jr. Diet soda intake and risk of incident metabolic syndrome and type 2 diabetes in the Multi-Ethnic Study of Atherosclerosis (MESA). Diabetes care. 2009;32(4):688-94. 5. Suez J, Korem T, Zeevi D, Zilberman-Schapira G, Thaiss CA, Maza O, et al. Artificial sweeteners induce glucose intolerance by altering the gut microbiota. Nature. 2014;514(7521):181-6. Δρ. Έφη Κολοβέρου, Κλινική Διαιτολόγος-Διατροφολόγος,
Αγγελική Παπακωνσταντοπούλου, Κλινική Διαιτολόγος-Διατροφολόγος